τελειομανής
希臘語[编辑]
詞源[编辑]
源自 τέλειος (téleios) + -ο- (-o-) + -μανής (-manís)。
發音[编辑]
形容詞[编辑]
τελειομανής (teleiomanís) m (陰性 τελειομανής,中性 τελειομανές)
變格[编辑]
τελειομανής 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | τελειομανής • | τελειομανής • | τελειομανές • | τελειομανείς • | τελειομανείς • | τελειομανή • |
屬格 | τελειομανούς • | τελειομανούς • | τελειομανούς • | τελειομανών • | τελειομανών • | τελειομανών • |
賓格 | τελειομανή • | τελειομανή • | τελειομανές • | τελειομανείς • | τελειομανείς • | τελειομανή • |
呼格 | — | — | — | — | — | — |
衍生 | 比較級:πιο + 肯定形(如 πιο τελειομανής) 相對最高級:定冠詞 + πιο + 肯定形(如 ο πιο τελειομανής) |