跳至內容

τοξότρια

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自古希臘語 τοξότης (toxótēs)

名詞[編輯]

τοξότρια (toxótriaf (複數 τοξότες,陽性 τοξότης)

  1. (射箭) 弓箭手

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]