跳至內容

δυσπλασία

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

δυσπλασία (dysplasíaf (複數 δυσπλασίες)

  1. (病理學) 發育不良

變格[編輯]

延伸閱讀[編輯]