跳至內容

απόσταγμα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

απόσταγμα (apóstagman (複數 αποστάγματα)

  1. 餾分
  2. 提取物
  3. (比喻義) 精華精髓

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]

同類詞彙[編輯]

拓展閱讀[編輯]