πτηνοτροφία
希腊语[编辑]
名词[编辑]
πτηνοτροφία (ptinotrofía) f (不可数)
变格[编辑]
πτηνοτροφία (ptinotrofía)的变格
单数 | |
---|---|
主格 | πτηνοτροφία • |
属格 | πτηνοτροφίας • |
宾格 | πτηνοτροφία • |
呼格 | πτηνοτροφία • |
参见[编辑]
- ορνιθολογία f (ornithología, “鸟类学”)
- πτηνοτρόφος m (ptinotrófos, “饲养禽类者”)