κουφός
参见:κούφος
希腊语[编辑]
其他写法[编辑]
- κωφός (kofós)
词源[编辑]
源自古希腊语 κωφός (kōphós),如果该词与κηφήν (kēphḗn, “雄峰;懒汉”)有关,则可能源自原始印欧语 *k/gʰ(e/o)h₂bʰ-,但该词没有任何其他印欧语系内的同源词;或两者都源自前希腊语。
形容词[编辑]
κουφός (koufós) m (阴性 κουφή,中性 κουφό)
- 聋的
变格[编辑]
κουφός 的变格
添加后缀的比较程度
比较级 | 单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | κουφότερος • | κουφότερη • | κουφότερο • | κουφότεροι • | κουφότερες • | κουφότερα • |
属格 | κουφότερου • | κουφότερης • | κουφότερου • | κουφότερων • | κουφότερων • | κουφότερων • |
宾格 | κουφότερο • | κουφότερη • | κουφότερο • | κουφότερους • | κουφότερες • | κουφότερα • |
呼格 | κουφότερε • | κουφότερη • | κουφότερο • | κουφότεροι • | κουφότερες • | κουφότερα • |
衍生 | 相对最高级:ο + 比较级形式(如“ο κουφότερος”) |
相关词汇[编辑]
参见[编辑]
拓展阅读[编辑]
- κουφός in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
References[编辑]
- Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek (Leiden Indo-European Etymological Dictionary Series; 10), with the assistance of Lucien van Beek, Leiden, Boston: Brill, ISBN 9789004174207