跳转到内容

ανανούριστος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

形容词[编辑]

ανανούριστος (ananoúristosm (阴性 ανανούριστη,中性 ανανούριστο)

  1. 平静的,不缓和

变格[编辑]

相关词汇[编辑]