Ελευθέριος
希腊语[编辑]
其他形式[编辑]
词源[编辑]
源自古希腊语 ἐλεύθερος (eleútheros, “自由”)。
专有名词[编辑]
Ελευθέριος (Elefthérios) m
- 男性人名
- Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν Έλληνας πολιτικός.
- O Elefthérios Venizélos ítan Éllinas politikós.
- 埃莱夫塞里奥斯·韦尼泽洛斯是一名希腊政治家。
变格[编辑]
Ελευθέριος (Elefthérios)的变格
单数 | |
---|---|
主格 | Ελευθέριος • |
属格 | Ελευθερίου • Ελευθέριου • |
宾格 | Ελευθέριο • |
呼格 | Ελευθέριε • |