跳转到内容

ποδόγυρος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

ποδό- (podó-, ) +‎ γύρος (gýros, 邊沿)

發音[编辑]

名詞[编辑]

ποδόγυρος (podógyrosm (复数 ποδόγυροι)

  1. 裙擺
  2. (口語引申) 女性

變格[编辑]