跳转到内容

ερπετό

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

源自古希臘語 ἑρπετόν (herpetón, 爬行動物)

名詞[编辑]

ερπετό (erpetón (复数 ερπετά)

  1. 爬行動物爬蟲類

變格[编辑]