βιβλιοθηκάριος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

βιβλιοθήκη (vivliothíki, 圖書館) +‎ -άριος (-ários)

名詞[编辑]

βιβλιοθηκάριος (vivliothikáriosm f (复数 βιβλιοθηκάριοι)

  1. 圖書管理員

變格[编辑]